27 Ιουλίου 2023

Απόφαση της συνέλευσης της Αριστερής Παρέμβασης στη Θεσσαλία – Ανταρσία για την Ανατροπή, που πραγματοποιήθηκε την Κυριακή 23/7/2023

 

1.            Βασικές ορίζουσες της περιόδου

1.1.       Αστική Στρατηγική 21ου αιώνα

Αν και πέρασαν μόλις τέσσερα χρόνια από τον Γενάρη του 2019, οπότε και συντάξαμε την τελευταία διακήρυξη της ΑΡΠΑ, ο πολιτικός χρόνος ήταν ιδιαίτερα συμπυκνωμένος, δημιουργώντας ένα σχετικά νέο τοπίο στην πολιτική και κοινωνική του τόπου μας. Πανδημία και παγκόσμιες καραντίνες, ενεργειακή κρίση, πόλεμος στα ανατολικά σύνορα της Ευρώπης, αναβάθμιση της παρέμβασης του ελληνικού κεφαλαίου στην ευρύτερη περιοχή μας αλλά και παγκοσμίως επιταχύνουν τις πολιτικές εξελίξεις σε όλα τα επίπεδα της ζωής μας. Η τριπλή κρίση του καπιταλιστικού συστήματος (υγειονομική, περιβαλλοντική, οικονομική) είναι παρούσα και αναγκάζει τα αστικά επιτελεία σε τοπικό και παγκόσμιο επίπεδο να θέσουν τους όρους μιας στρατηγικής επανεκκίνησης αυτού. Αυτή η στρατηγική επανεκκίνηση θεωρούμε ότι θα ορίσει όλες τις εξελίξεις για το υπόλοιπο του 21ου αιώνα. Έχουμε εισέλθει σε μια νέα ιστορική περίοδο ανταγωνισμού, συσσώρευσης, και σκληρών κοινωνικών και ταξικών αγώνων, που εμπλέκουν μαζικά και τις καπιταλιστικές μητροπόλεις του καπιταλιστικού κόσμου. Η όξυνση των ενδοαστικών αντιθέσεων αλλά και η αδυναμία του κεφαλαίου να βρει σταθερούς ρυθμούς ανάπτυξης και κερδοφορίας προμηνύουν ένα δυσοίωνο μέλλον με πολέμους, φτωχοποιήση κοινωνικών στρωμάτων, μεταναστευτικές ροές, ακραία καιρικά φαινόμενα και ακόμα πιο ολοκληρωτικό έλεγχο και τρομοκρατία των λαών.

Σήμερα, τα κολοσσιαία προγράμματα ποσοτικής χαλάρωσης για την τόνωση ­­του χρηματοπιστωτικού συστήματος και τη διάσωση των πολυεθνικών και πολυκλαδικών μονοπωλίων μετά το 2008, έκλεισαν τον κύκλο τους. Όπως σε κάθε κρίση, έτσι και σε αυτή, οι δυνάμεις του κεφαλαίου φρόντισαν να εξασφαλίσουν πρώτα και κύρια την εξουσία τους απέναντι στον κύκλο εξεγέρσεων που σημάδεψε τον προηγούμενο γύρο αγώνων και να προστατεύσουν τους εντατικούς ρυθμούς εκμετάλλευσης της εργατικής δύναμης ώστε να διατηρήσουν τα κέρδη τους.

 

1.2.       Πόλεμος

Ο πόλεμος στην Ουκρανία, που συνεχίζεται με όλο και μεγαλύτερη εμπλοκή των δυνάμεων του ΝΑΤΟ και της χώρας μας και υπαρκτό τον κίνδυνο γενικότερης ανάφλεξης, παρόξυνε αυτή την παγκόσμια αντιπαράθεση, την συμπύκνωσε εμφατικά, αλλά σε καμία περίπτωση δεν ήταν η αφετηρία της ούτε το τέλος της. Μάλλον περισσότερο με πρελούδιο μοιάζει των μελλοντικών πολεμικών αναμετρήσεων σε όλα τα πλάτη και μήκη της γης. Αυτό που καθορίζει τη δυναμική στο εσωτερικό του είναι η άνοδος νέων καπιταλιστικών κέντρων που ως τώρα θεωρούνταν «δεύτερης ταχύτητας». Οι ΗΠΑ επισπεύδουν σαφώς πολεμικές αναμετρήσεις σε μια προσπάθεια να διακόψουν αυτή την τάση και να αναδιοργανώσουν συμμαχίες εντός του ΝΑΤΟ. Πείνα, αυταρχισμός και πόλεμος, ακόμη και ο πυρηνικός όλεθρος, μπαίνουν ανοιχτά στην ημερήσια διάταξη στα σαλόνια των καπιταλιστικών επιτελείων. Η ευκολία με την οποία προετοιμάζονται οι πληθυσμοί για ακραία ενεργειακή φτώχεια, αλλά και η ελαφρότητα με την οποία γίνεται συζήτηση περί πυρηνικού ατυχήματος και πολέμου είναι χαρακτηριστικά. Σε ότι αφορά τον ίδιο τον πόλεμο δεν φαίνεται συμβιβασμός στον κοντινό ορίζοντα, καθώς οι βασικοί πόλοι της αντιπαράθεσης, δεν τον θέλουν.

Ο αντίκτυπος αυτών των εξελίξεων στην Ελλάδα (και βασικά στα εργατικά και λαϊκά στρώματα), είναι πολύ ηχηρός. Αυτό αφορά τόσο τις οικονομικές και κοινωνικές συνέπειες, όσο και τη διαμόρφωση των συνειδήσεων, την ανάπτυξη του εθνικιστικού –φασιστικού στρατοπέδου αλλά και την ένταση της τρομοκρατίας και του φόβου. Σε μια πολιτική στιγμή που ο καπιταλιστικός κόσμος πολώνεται σε ένα θανάσιμο ανταγωνισμό, το κρίσιμο ζήτημα για το εργατικό κίνημα και την αντικαπιταλιστική αριστερά είναι αυτό της πολιτικής ανεξαρτησίας από την αστική πολιτική και τα καπιταλιστικά μπλοκ.

Η αριστερά πρέπει να σταθεί απέναντι και στις δύο αντιμαχόμενες πλευρές. Ο πόλεμος στην Ουκρανία είναι άδικος και ιμπεριαλιστικός και από τις δύο πλευρές. Τυχόν ταύτιση με το ΝΑΤΟ όπως ορισμένες δυνάμεις της ευρωπαϊκής αριστεράς, στο όνομα της «ρωσικής επιθετικότητας», και του «ουκρανικού λαού» οδηγεί στην υποταγή στις κυρίαρχες δυτικές δυνάμεις και τις άρχουσες τάξεις. Τυχόν υποστήριξη της Ρωσίας στο όνομα του «μικρότερου κακού», του «αδυνατίσματος του αμερικάνικου ιμπεριλισμού» οδηγεί σε ρόλο υπερασπιστή της βάναυσης επιθετικότητας και τα εγκλήματα της καπιταλιστικής Ρωσίας, την ακροδεξιά εθνικιστικής ιδεολογίας της σημερινής ρώσικης ηγεσίας. Η επαναστατική αντικαπιταλιστική Αριστερά έχει το βλέμμα και τις ελπίδες της στραμμένες στο να οικοδομήσει το μέτωπο της διεθνούς εργατικής τάξης, στους αγώνες και των λαών σε όλο τον κόσμο απέναντι στους πολέμους του κεφαλαίου σαν την πραγματική απάντηση στην καπιταλιστική βαρβαρότητα σε Ανατολή και Δύση.

Η ανεξαρτησία της αριστεράς απέναντι και στους δύο αντιμαχόμενους ιμπεριαλιστικούς πόλους είναι όρος για την πολιτική και ηθική της ύπαρξη.

 

1.3.       Νέα οικονομική Κρίση

Ο παγκόσμιος καπιταλισμός βρίσκεται αντιμέτωπος με την προοπτική μιας ακόμα χειρότερης από το 2008 οικονομικής κρίσης. Όταν ξέσπασε η πανδημία στο τέλος του 2019 η ασθενική ανάκαμψη του συστήματος από τη Μεγάλη Ύφεση του 2008/9 έφτανε ήδη στο τέλος της. Οι γιγάντιες ενέσεις «φτηνού χρήματος» στις επιχειρήσεις από τις κεντρικές τράπεζες ήταν η συνταγή για την αντιμετώπιση της κρίσης. Την ίδια αντιμετώπιση είχαν οι άρχουσες τάξεις και απέναντι στο «σοκ της πανδημίας». Οι πακτωλοί χρήματος (περίπου 32 τρις δολάρια) το μόνο που κατάφεραν είναι να κρατήσουν όρθιες τις εταιρείες-ζόμπι και να τροφοδοτήσουν με φρέσκο αέρα κάθε λογής κερδοσκοπικές φούσκες.

Με το παγκόσμιο χρέος σε επίπεδα ρεκόρ (256% του παγκόσμιου ΑΕΠ) μια νέα παγκόσμια κρίση χρέους έχει ήδη ξεκινήσει, ενώ πλέον οριστικά οι κεντρικές τράπεζες έχουν ξεκινήσει την αύξηση των επιτοκίων και του κόστους του χρήματος, βυθίζοντας τις καπιταλιστικές οικονομίες στην ύφεση, και τα λαϊκά νοικοκυριά σε απόγνωση. Η άνοδος του πληθωρισμού κατατρώει τα λαικά εισοδήματα σε όλον τον κόσμο.

Η «φυγή» στην τέταρτη βιομηχανική επανάσταση με πυλώνες την ψηφιακή επανάσταση, και την πράσινη μετάβαση που ευαγγελίζεται και προωθεί η ΕΕ, μέσα στο καθεστώς της εκμετάλλευσης θα οξύνει τα λαϊκά προβλήματα και θα αναπαράγει τις αντιθέσεις σε ένα ακόμα ψηλότερο επίπεδο. Εκατομμύρια χαμένες θέσεις εργασίας αλλά και νέα πεδία αντιθέσεων (νέοι ενεργειακοί δρόμοι, σπάνιες γαίες κλπ) ξεδιπλώνονται. Αυτή η κατάσταση, όπου καμιά στρατηγική του κεφαλαίου δε λειτουργεί με μακροπρόθεσμα σταθερά αποτελέσματα κερδοφορίας παράγει πολιτικά αδιέξοδα και κρίσεις στην καρδιά του καπιταλισμού.

 

1.4.       Περιβαλλοντική κρίση

Οι καπιταλιστές και οι κυβερνήσεις δεν θέλουν και δεν μπορούν να σταματήσουν την κλιματική καταστροφή. Αυτή η πραγματικότητα αναδείχτηκε ανάγλυφα με το φιάσκο της COP26 στην Γλασκόβη τον Νοέμβρη του 2021 καθώς και κάθε συνεδρίου για την «πράσινη ανάπτυξη» και «προστασία του περιβάλλοντο». Το λόμπι των γιγαντιαίων πολυεθνικών εταιρειών και οι εκπρόσωποι των πλούσιων χωρών πίεσαν και για άλλη μια φορά εξασφάλισαν ότι η χρήση ορυκτών καυσίμων θα συνεχιστεί, μαζί με την αποψίλωση των δασών. Η θερμοκρασία αντί να μειωθεί όπως ήταν ο διακηρυγμένος στόχος, θα αυξηθεί στους 2,4 βαθμούς, αν όλες οι κυβερνήσεις τηρήσουν τις δεσμεύσεις τους για το 2030 και στους 2,7 βαθμούς αν συνεχίσουν με τις τρέχουσες πολιτικές τους.

 

1.5.       Η ΕΕ σε κρίση

Η Ευρωπαϊκή Ένωση, η πιο προωθημένη πολιτική μορφή καπιταλιστικής ολοκλήρωσης περνάει την δική της κρίση. Απόλυτα δεσμευμένη στα συμφέροντα των πολυεθνικών, δέσμια των σοβαρών αντιθέσεων ανάμεσα στα κράτη ανάλογα με τον βαθμό οικονομικής τους ανάπτυξης και τα ιδιαίτερα συμφέροντά τους, δεν μπορεί να συμφωνήσει σε στοιχειώδη μέτρα ανακούφισης των λαικών στρωμάτων στο θέμα της ενέργειας. Η ΕΕ επίσης είναι στους «χαμένους» του πολέμου στην Ουκρανία, καθώς ακολουθώντας τις επιταγές των ΗΠΑ, «εισπράττει» τεράστιο οικονομικό και πολιτικό κόστος στον παγκόσμιο ανταγωνισμό.

Η ακροδεξιά επιχειρεί να αξιοποιήσει την κρίση των παραδοσιακών αστικών πολιτικών δυνάμεων (φιλελεύθερων και σοσιαλδημοκρατικών) και να καθιερωθεί σαν ανερχόμενη πολιτική δύναμη, σπρώχνοντας το σύνολο του αστικού πολιτικού συστήματος προς βαθιά αντιδραστικές θέσεις.

 

1.6.       Κοινωνική αμφισβήτηση

Αυτή η προσωρινή αλλά ριζική παγκόσμια αλλαγή στους όρους εργασίας και ζωής αποτέλεσε παράλληλα και ένα σημαντικό ρήγμα στη συνείδηση των εργαζόμενων μαζών. Μόλις ένα χρόνο μετά την πανδημία εκατομμύρια εργαζόμενοι σε όλο τον κόσμο αρνούνται να επιστρέψουν στις δουλειές τους με τους ίδιους όρους. Ολόκληροι κλάδοι όπως οι μεταφορές, ο επισιτισμός, ο τουρισμός, η αγροτική παραγωγή βιώνουν μία τεράστια έλλειψη εργατικού δυναμικού. Στα λιμάνια και στα εργοστάσια αλλά και σε αναδυόμενους κλάδους της gig οικονομίας όπως το efood στην χώρα μας διεξάγονται τεράστιες απεργίες για αυξήσεις στους μισθούς και καλύτερους όρους δουλειάς. Ήδη σε Γαλλία και Βρετανία ένα τεράστιο απεργιακό κίνημα για το συνταξιοδοτικο, στην υγεία και την εκπαίδευση γεμίζει τους δρόμους. Οι αστοί αναλυτές αποδίδουν το φαινόμενο στα κρατικά επιδόματα. Στην πραγματικότητα η εργαζόμενη πλειοψηφία σε αντίθεση με την εποχή μέχρι το 2008 έρχεται στο προσκήνιο όχι με αίτημα να προστατευθούν οι παλιοί όροι αναπαραγωγής της, αλλά να ανατραπούν ριζικά. Γι’ αυτό και αυτή η αντιπαράθεση δεν έμεινε μόνο στους εργασιακούς χώρους αλλά εξαπλώθηκε στις γειτονιές και τις πλατείες κατά την διάρκεια του λοκντάουν στη χώρα μας για πρώτη φορά μετά τους μεγάλους αντιμνημονιακούς αγώνες, αγκαλιάζοντας πλατιά κομμάτια της εργαζόμενης νεολαίας.

Η κρίση της σημερινής κοινωνικής οργάνωσης αγκαλιάζει και όλους τους θεσμούς όπου αναπαράγεται από όπου μπορούν να ξεπηδήσουν μαζικά κινήματα και να μετατραπούν σε εξεγέρσεις. Χαρακτηριστικά παραδείγματα η ένοπλες κοινωνικές εκρήξεις στις παράκτιες γαλλικές επαρχίες μετά τις απολύσεις υγειονομικών από τον Μακρόν, η εξέγερση στο Καζακστάν με αφορμή της ακρίβεια, και η εξέγερση στο Ιράν μετά την γυναικοκτονία από την Αστυνομία Ηθών αναδεικνύοντας το φεμινιστικό κίνημα ως πυροδότη ευρύτερων ανατροπών.

Επιτελικά σχήματα αστραπιαίων αναδιαρθρώσεων και ευρεία συμμετοχικά σχήματα αποτελούν τις δύο όψεις ενός κοινοβουλευτικού συστήματος «χωρίς αδιέξοδα» που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο θα βρίσκει μοντέλα «κυβερνησιμότητας». Με καρότο και μαστίγιο θα διεξάγει μία ολομέτωπη επίθεση στα εργατικά και λαϊκά συμφέροντα βγάζοντας τα στην παρανομία και στο περιθώριο της πολιτικής και κινηματικής διεκδίκησης. Τελικά μετατρέπουν την κυρίαρχη πολιτική αντιπαράθεση σε εναλλακτικά σχέδια διαχείρισης αλλεπάλληλων κρίσεων, την ίδια στιγμή που ένα παράλληλο κοινοβούλιο με λομπίστες θα υπαγορεύει νομοσχέδια και ρυθμίσεις.

Όλα τα παραπάνω όπως και η εξέλιξη με τις δυναμικές εξεγέρσεις που ξεσπούν, αλλά αδυνατούν να επιβάλλουν αντικαπιταλιστικές ανατροπές αναδεικνύουν δραματικά την έλλειψη ενός μαζικού, εργατικού, απελευθερωτικού κινήματος που βάζει στόχο την ανατροπή της εκμεταλλευτικής κοινωνίας και την ανάγκη για συγκρότηση, εμφάνιση και παρέμβαση μιας μετωπικής αντιδιαχειριστικής, αντικαπιταλιστικής πραγματικά ριζοσπαστικής. οικολογικής, επαναστατικής αριστεράς.

 

2.            Βασικές ορίζουσες της περιόδου στον ελληνικό καπιταλιστικό σχηματισμό

Το προαναφερθέν παγκόσμιο σκηνικό ορίζει προφανώς και τις ειδικές εξελίξεις στην Ελλάδα. Ο πολιτικός συσχετισμός που προέκυψε από τις εκλογές της 25/6/23, είναι πολύ αρνητικός και εχθρικός στα εργατικά και λαϊκά συμφέροντα. Αποτελεί έκφραση και θα συμβάλλει παραπέρα στην επιθετική προώθηση των πολιτικών σχεδίων του συνασπισμένου «μπλοκ» εξουσίας κυβέρνησης – ΝΑΤΟ – ΕΕ – κεφαλαίου. Σηματοδοτεί μια νέα καταιγιστική αντιλαϊκή επίθεση που την επιβεβαιώνει και η σύνθεση της νέας κυβέρνησης Μητσοτάκη.

 

2.1.       Αστική προσπάθεια πολιτικής σταθερότητας

Στο αρνητικό πολιτικό και εκλογικό αποτέλεσμα εκφράζεται ο ταξικός συσχετισμός δυνάμεων, που τα τελευταία χρόνια αλλάζει αρνητικά για τον κόσμο της δουλειάς. Σε πολύ μεγάλα κομμάτια του ιδιωτικού και του δημόσιου τομέα κυριαρχεί απόλυτα η εργοδοτική τρομοκρατία, η έλλειψη συλλογικότητας, η πιο άγρια εκμετάλλευση. Ηγεμονεύουνε σε μεγάλο βαθμό οι «μειωμένες προσδοκίες», η έλλειψη πίστης ότι τα πράγματα μπορούν να αλλάξουν, με αποτέλεσμα τα «ψίχουλα» της κυβέρνησης Μητσοτάκη να λειτουργούν «κατευναστικά» για τμήματα των λαϊκών στρωμάτων.

Την ίδια στιγμή τα καθολικά δικαιώματα μετατρέπονται σε προνόμια που αποδίδονται από το κράτος και επιβραβεύουν ακόμη και σε ατομικό επίπεδο την πειθάρχηση και συνεισφορά στους ρυθμούς ανάπτυξης και καπιταλιστικής σταθερότητας. Τα απανωτά κουπόνια σίτισης, θέρμανσης, ενοικίου, κτλ διαμορφώνουν αρχικά το πεδίο πάνω στο οποίο θα γενικευτεί μια πολιτική ελαχίστου εισοδήματος υπό όρους, ώστε να διασφαλίζεται η απρόσκοπτη κερδοφορία των επιχειρήσεων, η εξάρτηση μεγάλου κομματιού της κοινωνίας από την κρατική φιλανθρωπία και η παραίτηση του από την διεκδίκηση πραγματικών δικαιωμάτων. Τα νομοσχέδια Χατζηδάκη σε περιβάλλον, εργασία και ενέργεια που πέρασαν αυτή την περίοδο αποτελούν ένα τεράστιο πισωγύρισμα για τους όρους ζωής της πληττόμενης πλειοψηφίας και πρέπει να βρουν απέναντι τους ένα αποφασιστικό μέτωπο αγώνα που θα επιδιώξει το γκρέμισμα τους στην πράξη.

Με όλα αυτά, επιχειρείται να εξασφαλιστεί η κυβερνητική σταθερότητα αλλά και η προς τα δεξιά μετατόπιση της αστικής αντιπολίτευσης. Ο συναγωνισμός των ΣΥΡΙΖΑ-ΠΑΣΟΚ με τη ΝΔ, δε βασίστηκε στην κλασική κοινοβουλευτική δημαγωγία ποιος θα «δώσει περισσότερα» ψίχουλα. Αντιθέτως, βασίστηκε στο ποιος θα είναι περισσότερο «υπεύθυνος» και υποτακτικός στις δημοσιονομικές δεσμεύσεις της ΕΕ και της πρωταρχικότητας των καπιταλιστικών κερδών.

Τμήμα του αρνητικού αυτού συσχετισμού δυνάμεων είναι και η στάση της αντιπολίτευσης που επιδιώκει να κάθεται στα αριστερά έδρανα του κοινοβουλίου. Η έλλειψη άμεσης και συνολικής πολιτικής αμφισβήτησης των αντιδραστικών καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων, τόσο από την πλευρά του ΜΕΡΑ25, όσο και από το ΚΚΕ (παρά τις διαφορετικές προσεγγίσεις) ενίσχυσε την αστική ηγεμονία του «μονόδρομου».

 

2.2.       Άνοδος ακροδεξιάς

Με αυτοτελή τρόπο πρέπει να αντιμετωπιστεί η ενίσχυση της ακροδεξιάς. Πριν απ΄ όλα, είναι αποτέλεσμα της συνολικής επιθετικής, αντιδραστικής μετατόπισης της κυρίαρχης πολιτικής σε όλα τα ζητήματα και κυρίως γύρω από τα λεγόμενα εθνικά θέματα, τη μετανάστευση, τα θέματα της «τάξης» και της «ασφάλειας», του ρατσισμού και του αντικομμουνισμού. Έτσι, «νομιμοποιούνται» στη λαϊκή συνείδηση οι απόψεις εθνικιστικών και ρατσιστικών οργανώσεων και επηρεάζουν συνολικά το πολιτικό σκηνικό σε δεξιότερη κατεύθυνση.

Η ακροδεξιά και ο φασισμός έχουν σαν κύρια κοινωνική τους βάση φτωχά λαϊκά στρώματα, που βρίσκουν ένα ψεύτικο αντισυστημικό αποκούμπι. Βρίσκουν έδαφος από την υποχώρηση της σοσιαλδημοκρατίας και του κομμουνιστικού ρεφορμισμού που έδιναν μια προοπτική «ανακούφισης» σε πληττόμενα στρώματα, αλλά και από την ανυπαρξία αντίπαλου δέους αντικαπιταλιστικού επαναστατικού προσανατολισμού.

Για τον λόγο αυτό, για να αντιμετωπιστεί η ακροδεξιά, μαζί με την μάχη στον δρόμο απαιτείται ένα ισχυρό κομμουνιστικό ρεύμα, η οικοδόμηση ενός ιδεολογικού, πολιτικού, πολιτιστικού, αξιακού, επαναστατικού «αντίπαλου δέους» στον ακραία κανιβαλικό καπιταλισμό, ένα ρεύμα εργατικού και διεθνιστικού ανθρωπισμού που θα εμπνεύσει τη νεολαία και τους εργαζόμενους.

 

2.3.       Κρίση και επανανοηματοδότηση της σοσιαλδημοκρατίας

Η άνοδος του σοσιαλδημοκρατικού ΣΥΡΙΖΑ του 2012 στην κυβέρνηση, καθώς και η ταχύτατη μετατροπή του σε αστικό κόμμα έθεσε υπαρξιακά διλλήματα σε όλη την ελληνική Αριστερά. Σήμερα μετά και την ταπεινωτική ήττα και στις 2 εκλογικές αναμετρήσεις, φαίνεται η κρίση του ρεύματος της «φιλολαϊκής διαχείρισης του καπιταλισμού» και του «αριστερού κυβερνητισμού», που συμπαρέσυρε και το ΜΕΡΑ25 να είναι στρατηγική και ανεπίστρεπτη.

Η διαδικασία αποσύνθεσης του ρεύματος αυτού, επιβεβαιώνει ότι μπροστά στον σημερινό καπιταλισμό και την επίθεσή του, δεν υπάρχουν περιθώρια για «ενδιάμεσες λύσεις». Είτε θα υπάρχει μια πολιτική πρακτική ανατρεπτική και επαναστατική, είτε ευθυγράμμιση και διαχείριση της κυρίαρχης πολιτικής που οδηγεί σε ήττα και αποδιάρθρωση. Αντικειμενικά η πορεία αυτή ανοίγει δυνατότητες τόσο για την προς τα «δεξιά» ανασυγκρότηση του δεύτερου πυλώνα της αστικής πολιτικής (κυρίως), αλλά και για την ενίσχυση αριστερών, ριζοσπαστικών τάσεων σε ρήξη με τους φορείς της κυρίαρχης πολιτικής, που κάτω από ορισμένες προϋποθέσεις μπορεί να οδηγήσει σε ενίσχυση της αντικαπιταλιστικής αριστεράς.

Για μεγάλο μέρος των δυνάμεων της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς συνεχίστηκε σε αυτήν την εκλογική μάχη, η πορεία ενσωμάτωσης ή δορυφοροποίησής τους γύρω από την ρεφορμιστική αριστερά. Η στάση αυτή βαθαίνει παραπέρα την κρίση και την πολιτική υποχώρηση δυνάμεων που αναφέρονται στην αντικαπιταλιστική αριστερά και συνολικά του «υπαρκτού» αντικαπιταλιστικού ρεύματος. Οδηγεί σε πλήρη υποβάθμιση κάθε πολιτικού και προγραμματικού κριτηρίου, σε κατακερματισμό του κόσμου που ακολουθεί τις δυνάμεις αυτές, και τελικά σε πορεία «αιμοδότησης» προς τα ρεφορμιστικά ρεύματα που στηρίζουν.

Για το λόγο αυτό η ανασυγκρότηση της αντικαπιταλιστικής αριστεράς τόσο σε κεντρικό όσο και σε τοπικό επίπεδο, δεν θα προκύψει κυρίως μέσα από συμφωνίες κορυφής και «ανασυνθέσεις» των υπαρχόντων πολιτικών ρευμάτων. Απαιτείται πάνω απ΄ όλα η ανασυγκρότηση της κοινωνικοταξικής και πολιτικής βάσης του ρεύματος της επαναστατικής αριστεράς. Αυτός είναι ο κύριος προσανατολισμός μας.

Παράλληλα όμως, η πορεία των δυνάμεων αυτών που αναφέρονται στην αντικαπιταλιστική αριστερά δεν είναι γραμμική και οριστικά χαμένη. Το βάθος των καπιταλιστικών αντιθέσεων, η ανάγκη μιας ριζοσπαστικής αντικαπιταλιστικής πολιτικής, η παρέμβαση μας, η κρίση του ρευμάτων της «αριστερής διαχείρισης» αντικειμενικά απελευθερώνουν σημαντικά κοινωνικά και πολιτικά ρεύματα και δυνάμεις. Η προσέγγιση των δυνάμεων αυτών και η μάχη για το κέρδισμά τους στην υπόθεση της αντικαπιταλιστικής αριστεράς, δεν θα γίνει μέσα από αέναες προεκλογικές συζητήσεις και κοπτοραπτικές προγραμμάτων. Αυτό που απαιτείται είναι σταθερή συναγωνιστική επαφή, αναπτυγμένη κοινή δράση, μορφές συστηματικού προγραμματικού διαλόγου, κοινές πολιτικές πρωτοβουλίες ώστε, παράλληλα με την συγκρότηση της ΑΡΠΑ να οικοδομούνται οι όροι μιας πραγματικής, στέρεας, πολιτικής ενότητας σε αντικαπιταλιστική κατεύθυνση.

 

2.4.       Δημιουργώντας και αναδημιουργώντας μια σύγχρονη αντικαπιταλιστική αριστερά και σε επίπεδο περιφέρειας

Η Αντικαπιταλιστική Αριστερά στην Ελλάδα, ανεξαρτήτως με ποιο υποκείμενο εκφράστηκε μαζικότερα, σημείωσε μεγάλη υποχώρηση και ένα αρνητικό αποτέλεσμα. Η μεγάλη απόσταση της εκλογικής της καταγραφής σε σχέση με την επιρροή στο μαζικό κίνημα και σε σωματεία, συλλόγους και δήμους-περιφέρειες, αναδεικνύει το πολύ σοβαρό πρόβλημα συνοχής, πολιτικού βάθους και πολιτικών δεσμών με την εργατική τάξη και τα φτωχά λαϊκά στρώματα, που αντιμετωπίζει. Δεν καταφέραμε να πείσουμε το ευρύτερο δυναμικό των αγώνων, της ριζοσπαστικής αναζήτησης και της ευρύτερης κομμουνιστικής αριστεράς για την αναγκαιότητα και δυνατότητα πολιτικής και εκλογικής έκφρασης υπέρ του αντικαπιταλιστικού προγράμματος πάλης και προοπτικής στο σήμερα.

Το αμέσως επόμενο διάστημα θα εκδηλωθεί η επίθεση της κυβέρνησης της ΝΔ και του συστήματος σε όλα τα μέτωπα. Στην οικονομική πολιτική με κέντρο τα νέο «πρόγραμμα σταθερότητας» και τα αντιλαϊκά προαπαιτούμενα του Ταμείου Ανάκαμψης, τους πλειστηριασμούς της λαϊκής περιουσίας, την υπερφορολόγηση, τις μαζικές ιδιωτικοποιήσεις σε υγεία, παιδεία, την αύξηση των τιμών των κοινωνικών αγαθών (απαγόρευση των επιδοτήσεων στο ρεύμα) την επίθεση στα δημοκρατικά δικαιώματα και τις λαϊκές ελευθερίες (αξιοποιώντας και την επαναφορά της ακροδεξιάς στο προσκήνιο), την καταστροφή της φύσης με νέες εξορύξεις και την «πράσινη ανάπτυξη», την ένταση των ανταγωνισμών και των πολεμικών κινδύνων ενόψει και των ΝΑΤΟικών «διευθετήσεων» στο Αιγαίο και την Α. Μεσόγειο.

Απέναντι σε αυτή την επίθεση και τον συσχετισμό που έχει διαμορφωθεί η ΑΡΠΑ θα δώσει όλες της τις δυνάμεις για να υψωθεί ένα μαχητικό, εργατικό, ανατρεπτικό, αντικαπιταλιστικό «τείχος» απέναντι στο κεντρικό και τοπικό κράτος, την αντιδραστική αναδιάταξη του πολιτικού συστήματος, τα κέρδη, την ΕΕ, τον πόλεμο, τους φασίστες.

Θα δώσει την μάχη για την δημιουργία ρηγμάτων και την ανατροπή των αντιδραστικών καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων, που θα προχωρήσουν άμεσα σε όλα τα επίπεδα και ειδικά σε αυτό της περιφέρειας. Θα δώσει τις δυνάμεις της για να οικοδομηθεί ένα ισχυρό αντίπαλο δέος με κέντρο την περιφερειακή οργάνωση των αγώνων, προωθητική δύναμη για την ευρύτερη ενότητα δυνάμεων που δεν βολεύονται στο πλαίσιο της καπιταλισμού ή της φιλολαϊκής διαχείρισής του, που παλεύουν για την αυτοτέλεια της αντικαπιταλιστικής αριστεράς, μακριά από σχέδια πολιτικής δορυφοροποίησης γύρω από τον νεοσοσιαλδημοκρατικό ή τον κομμουνιστικό ρεφορμισμό.

 

3.            Εξελίξεις στο Τοπικό Κράτος

Να διευκρινίσουμε εξ αρχής ότι με τη φράση «τοπικό κράτος» εννοούμε το 1ο θεσμικό επίπεδο της αστικής διακυβέρνησης σήμερα. Το τοπικό κράτος αποτελεί τη συγκρότηση του αστικού κράτους στο επίπεδο δήμων και περιφερειών. Αν και φαίνεται να είναι πιο κοντά στο λαό, στην πραγματικότητα αποτελεί έναν βασικό μηχανισμό εκτοπισμού των συμφερόντων του από την πολιτική ζωή του κάθε τόπου. Το τοπικό κράτος, λοιπόν, είναι τμήμα του κρατικού μηχανισμού και αναπόσπαστο στοιχείο της πολιτικής, ιδεολογικής και οικονομικής λειτουργίας του αστικού κράτους, που εξασφαλίζει την μακροπρόθεσμη αναπαραγωγή των καπιταλιστικών σχέσεων εξουσίας και εκμετάλλευσης.

Οι λειτουργίες του πέραν των άλλων σχετίζονται και με σημαντικότατες πολιτικές και ιδεολογικές πλευρές, επιτρέποντας την αποτελεσματικότερη οργάνωση του συνασπισμού εξουσίας σε τοπικό επίπεδο σε κάθε περίοδο. Σήμερα παγιώνονται και ενισχύονται πολιτικές και τάσεις που είχαν διαμορφωθεί την προηγούμενη περίοδο με περιστολή του δημόσιου τομέα ή και κατάργηση στους τομείς των κοινωνικών παροχών, ενίσχυση του κεφαλαίου ντόπιου και ξένου, ιδιωτικοποίησης κερδοφόρων τομέων, εκποίηση δημόσιας περιουσίας και φυσικού πλούτου, αντιδραστικοποίηση του πολιτικού συστήματος. Ταυτόχρονα στην οικονομική του λειτουργία και τις βασικές του πολιτικές, η διασύνδεση με την ΕΕ και τις κατευθύνσεις του κεφαλαίου γίνεται ολοένα στενότερη, ελεγχόμενη και πλήρως. Μπορούμε πλέον να μιλάμε για ένα μοντέλο τοπικού κράτους το οποίο η μορφή, η δομή και η λειτουργία του αντανακλά και αναπαράγει ιστορικά τις κυρίαρχες πολιτικές. Έτσι μπορεί ανά πάσα στιγμή να προσαρμόζεται στον επιτελικό σχεδιασμό του κεντρικού κράτους και των επιλογών του κεφαλαίου και κυρίως να κάνει σαφές ότι δεν μπορούν να υπάρξουν αποκλίσεις από μια συνολικότερη στρατηγική που απαιτεί συγκεκριμένους ρόλους για κάθε επίπεδο διοίκησης και εξουσίας.

Αναλυτικότερα, η ψήφιση του Κλεισθένη παλιότερα (και του Καλλικράτη ακόμα πιο παλιά) σηματοδότησαν βασικές αλλαγές στην αντιδραστική θωράκισή του. Αντίστοιχα, στην περίοδο της πανδημίας και της πολλαπλής καπιταλιστικής κρίσης η επίφαση των όποιων δημοκρατικών πλευρών στη λειτουργία του κατέρρευσε ακόμα περισσότερο με τα αντιδραστικά νομοθετήματα Θεοδωρικάκου – Βορίδη που κατήργησαν στην πράξη ακόμα και τη στοιχειώδη αντιπροσωπευτική λειτουργία των συμβουλίων (δημοτικών και περιφερειακών). Οι θεσμικές αλλαγές-τομές που προωθήθηκαν από όλες τις προηγούμενες κυβερνήσεις (ΠΑΣΟΚ, ΝΔ-ΠΑΣΟΚ, ΣΥΡΙΖΑ) έχουν διαμορφώσει μια συνολική αρχιτεκτονική διακυβέρνησης που συγκροτείται σε τρία επίπεδα με σύνδεση αλλά και σχετική αυτοτέλεια στους ρόλους τους : 1ο επίπεδο το τοπικό κράτος, 2ο επίπεδο το κεντρικό επιτελικό κράτος και 3ο επίπεδο οι υπερεθνικοί οργανισμοί (ΕΕ).

Το μοντέλο αυτό υπακούει στην αρχή της «πολυεπίπεδης διακυβέρνησης» που είναι μια από τις βασικές αρχές διακυβέρνησης της ΕΕ και προωθεί τη συντονισμένη δράση της, σε υπερεθνικό, εθνικό και τοπικό επίπεδο, για τη χάραξη και υλοποίηση των πολιτικών της. Βασική συνιστώσα στην κατεύθυνση διακυβέρνησης είναι η προώθηση μιας διαρκούς διαδικασίας μεταφοράς αρμοδιοτήτων, από το κεντρικό κράτος προς τα κάτω (τοπική και περιφερειακή διοίκηση), προς τα πάνω (Ε.Ε.) και προς τα έξω (ιδιώτες και τη λεγόμενη “κοινωνία των πολιτών”).

Όπως διαπιστώσαμε καθόλη τη διάρκεια της προηγούμενης κοινοβουλευτικής-περιφερειακής θητείας, μια από τις βασικές προτεραιότητες του αστικού μπλοκ εξουσίας υπήρξε η συνέχιση και το βάθεμα της αντιδραστικής αναμόρφωσης του πολιτικού συστήματος στο τοπικό κράτος. Συνολικός στόχος της είναι:

·                    η πιο συντηρητική, αυταρχική θωράκιση των περιφερειών και δήμων απέναντι στον λαϊκό παράγοντα

·                    ο αποκλεισμός από τα συμβούλια των ενοχλητικών φωνών και η πλήρης μετατροπή τους σε βραχίονα προώθησης αντιλαϊκών και αντεργατικών πολιτικών

·                    το βάθεμα της διασύνδεσης του κεντρικού με το τοπικό κράτος στο όνομα των αναδιαρθρώσεων και των ιδιωτικοποιήσεων

·                    η ενίσχυση του μοντέλου του δημάρχου-περιφερειάρχη manager (πχ Παχατουρίδης, Κωνσταντάτος, Παπανικολάου, Μπέος, Μώραλης κλπ σε δήμους και αντίστοιχα οι περισσότεροι περιφερειάρχες), που μπορεί να παρουσιάζεται και ως υπερ-κομματικός ή διακομματικός και να προβάλλεται με τον τίτλο του «αυτοδιοικητικού παράγοντα».

·                    η ενίσχυση της επιχειρηματικής λειτουργίας του τοπικού κράτους. Είτε μέσω της εκμετάλλευσης της ακίνητης περιουσίας των δήμων, είτε μέσω της παραχώρησης ολόκληρων τομέων απευθείας στους ιδιώτες, είτε μέσω ΣΔΙΤ επιχειρείται η εμπορευματοποίηση κάθε υπηρεσίας-πτυχής του τοπικού κράτους. Καταλυτικό ρόλο σε αυτή την κατεύθυνση παίζει και η ίδρυση και συμμετοχή του σε νομικά πρόσωπα αναπτυξιακού χαρακτήρα ή σε νομικά πρόσωπα για παροχή υπηρεσιών κοινής ωφέλειας ή αξιοποίησης δημόσιων αγαθών.

·                    η ενίσχυση και προστασία των τοπικών επιχειρηματιών, που τελικά αποτελούν το θεμέλιο λίθο του τοπικού κράτους.

·                    Η λειτουργία του τοπικού κράτους εντάσσεται στο πλαίσιο της «δημοσιονομικής προσαρμογής» των μηδενικών ελλειμμάτων και των ισοσκελισμένων ή/και πλεονασματικών κρατικών προϋπολογισμών που ισχύει για όλες τις χώρες – μέλη της Ε.Ε.

Οι άξονες εφαρμογής της οικονομικής πολιτικής είναι :

α) Η μείωση των επιχορηγήσεων που καταβάλλει το κεντρικό κράτος σε δήμους και περιφέρειες, με παράλληλη μετακύλιση αρμοδιοτήτων κάτω από τη σημαία της “αποκέντρωσης”,

β) Τα έκτακτα προγράμματα ενισχύσεων (Ταμείο Ανάκαμψης, Φιλόδημος, Τρίτσης) αποτελούν στην ουσία έμμεσο δανεισμό των υπερχρεωμένων δήμων, δεν καλύπτουν κοινωνικές ανάγκες και ιεραρχημένα έργα υποδομής με βάση τις πραγματικές ανάγκες περιοχών και πόλεων, αλλά αφορούν είτε έργα βιτρίνας είτε έργα όπου η ΕΕ δίνει προτεραιότητα με βάση τις κεντρικές επιλογές για “πράσινη μετάβαση

γ) Ο ρόλος του ΕΣΠΑ. Το ΕΣΠΑ έχει οργανική σχέση με τους ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς και τα μνημόνια διαρκείας. Είναι εργαλείο εφαρμογής της μόνιμης μνημονιακής πολιτικής της ΕΕ. Είναι μοχλός και μέσο για την άμεση και ταχεία επιβολή των αντιδραστικών αναδιαρθρώσεων στην ελληνική κοινωνία, αξεχώριστο από την αντιδραστική πολιτική της ΕΕ. Στην ουσία χρηματοδοτεί την εφαρμογή της.

Και όλα αυτά επιτυγχάνονται μέσα από:

·                    Την υποκατάστασή των κοινωνικών υπηρεσιών από ευκαιριακές δομές άλλου τύπου και σχετικά ανέξοδης λειτουργίας πχ κοινωνικά παντοπωλεία. Από τον περιορισμό των όποιων παροχών προς τις εντελώς αδύναμες οικονομικά κατηγορίες της «ακραίας φτώχειας», μέσω των «προγραμμάτων αλληλεγγύης» και της σύνδεσης με τις κατευθύνσεις της Ε.Ε

·                    Την εμπορευματοποίηση κοινωνικών υπηρεσιών και εκχώρηση τους είτε στη λεγόμενη “κοινωνική οικονομία” (Κοινωνικές Συνεταιριστικές Επιχειρήσεις – ΚΟΙΝΣΕΠ), είτε σε ΜΚΟ, είτε σε δίκτυα εθελοντισμού,

·                    Τη μετακύλιση στους κατοίκους του κόστους υπηρεσιών είτε άμεσα είτε μέσω ανταποδοτικών πολιτικών

·                    Τη μείωση έως εξάλειψη έργων προστασίας

·                    Την επέκταση - παγίωση των ελαστικών εργασιακών σχέσεων μέσω προγραμμάτων «ωφελούμενων ανέργων» (πχ κοινωφελές-55-67, προγράμματα ΟΑΕΔ).

Με βάση όλα αυτά θεωρούμε ότι αναδεικνύεται ακόμη πιο έντονα η ανάγκη λαϊκής συλλογικής οργάνωσης για τη διεκδίκηση των σύγχρονων λαϊκών αναγκών και δικαιωμάτων. Προβάλει πιο επιτακτικά η ανάγκη σύνδεσης της πάλης αυτής στο τοπικό επίπεδο με τη συνολική πάλη του εργατικού και λαϊκού κινήματος απέναντι στην εκάστοτε κυβέρνηση και το επιτελικό κράτος για την ανατροπή των αντιλαϊκών πολιτικών. Ενώ, πρέπει να ιεραρχήσουμε ψηλότερα την αντιπαράθεση με την άμεση εμπλοκή του κεφαλαίου, το μοντέλο του υπερ-κομματικού δήμαρχου-περιφερειάρχη manager, το τοπικό πολιτικό σύστημα και άλλες μορφές εξουσίας (πχ. Εκκλησία). Είμαστε ξεκάθαροι¸ ότι οι θεσμοί του τοπικού κράτους δεν μπορούν να αποτελέσουν πεδίο ηγεμονίας και πλειοψηφικής έκφρασης μιας φιλολαϊκής (πολλώ δε μάλλον αντικαπιταλιστικής) εκπροσώπησης του αγώνα ενάντια στις κυρίαρχες πολιτικές. Τέλος βασικό στοιχείο και της πολιτικής ταυτότητας και φυσιογνωμίας μας είναι η εναντίωση στην ΕΕ, στις πολιτικές της και η προώθηση της ανάγκης για ρήξη και αντικαπιταλιστική αποδέσμευση από την ΕΕ.

 

4.            Οι κύριοι κόμβοι της αστικής στρατηγικής στην Περιφέρεια Θεσσαλίας

Στόχος της πολιτικής μας παρέμβασης στην Θεσσαλία ήταν και είναι η ανάδειξη των βασικών αξόνων της αστικής στρατηγικής στην χώρα μέσα από το τοπικό κράτος και την περιφέρεια Θεσσαλίας. Το πώς οι «κορωνίδες» της αστικής πολιτικής κλιμακώνουν τους όρους εκμετάλλευσης της κοινωνικής πλειοψηφίας και της κλέβουν τη ζωή σε όλα τα επίπεδα, στο πεδίο των κοινωνικών και οικονομικών δικαιωμάτων, των ελευθεριών, του δικαιώματος στο χώρο και στα ελεύθερα κοινωνικά αγαθά. Πολύ περισσότερο φιλοδοξούμε, προσανατολιστήκαμε και συμβάλαμε, αυτή η διαδικασία αποκάλυψης των αστικών σχεδιασμών να μην εγκλωβιστεί σε μία άσφαιρη καταγγελιολογία στα περιφερειακά συμβούλια και εκτός αυτών, αλλά να δημιουργεί συνθήκες αγώνα και ευθείας αναμέτρηση με τα αστικά συμφέροντα που εκπροσωπούν στον τόπο μας τους ευρύτερους αστικούς σχεδιασμούς.

Οι περιφέρειες και η Θεσσαλία συγκεκριμένα έχουν μετατραπεί σε πεδίο εκδήλωσης στρατηγικής εμβέλειας, αστικών επιχειρηματικών σχεδιασμών και μετασχηματισμών. Αυτοί καθόρισαν σε μεγάλο βαθμό τη ζωή και την καθημερινότητα της κοινωνίας.

Κορυφαίο στρατηγικό ζήτημα της αστικής πολιτικής για τη περιφέρειά μας και όχι μόνο αποτελεί η συνεχής ανάπτυξη του στρατιωτικού τομέα με ιδιαίτερο βάρος στη Λάρισα και στο Βόλο. Στρατιωτικές υποδομές αναπτύσσονται και εκσυγχρονίζονται, νέα οπλικά συστήματα έρχονται στις πόλεις μας, στρατιωτικές μονάδες εγκαθίστανται σε αυτές. Οι πόλεις μας πλέον αποτελούν ορμητήρια του ΝΑΤΟ και των ΗΠΑ ξεχωριστά, για τις πολεμικές τους επιχειρήσεις. Φαίνεται ότι πλέον, η Θεσσαλία μετατρέπεται σε μία μεγάλη στρατιωτική βάση και εμπλέκεται όλο και πιο βαθιά στους πολέμους που εξελίσσονται παγκοσμίως. Η νέα πτέρυγα στο στρ. αεροδρόμιο της Λάρισας ορίζεται απροκάλυπτα ως αμερικάνικο έδαφος, με απαγόρευση σε όλους τους Έλληνες στρατιώτες να εισέρχονται σε αυτή. Ναυτική βάση στον Αλμυρό, Νατοϊκές βάσεις στα στρατόπεδα της περιοχής συνθέτουν τελικά όλα τα τμήματα του παζλ για το πώς οραματίζονται οι Αμερικανοί, οι ΝΑΤΟικοί και φυσικά η ελληνική αστική τάξη και οι κυβερνήσεις της, το μέλλον της Θεσσαλίας και των νέων γενιών.

Η στρατιωτική επέκταση, λοιπόν, στο χώρο της Θεσσαλίας δε σταματάει μόνο στις παραπάνω κιονήσεις όμως. Το πανεπιστήμιο Θεσσαλίας έρχεται να εμπλακεί ακόμα περισσότερο στους σχεδιασμούς αυτούς, με μια σειρά προγράμματα, που είτε φανερά είτε κρυφά υποδηλώνουν πως ο ελληνικός καπιταλισμός έχει άμεσο κέρδος από τα στρατιωτικά παιχνίδια στα οποία εμπλέκεται και διεκδικεί σημαντικό μερίδιο από τα εκάστοτε λάφυρα. Η πολεμική θωράκιση της περιοχής πέρα από άμεση απειλή για τους κατοίκους και ευρύτερα τον ελληνικό λαό, αποτελεί και μορφή τρομοκρατίας και εμπέδωσης της παρουσίας στου στρατού στην καθημερινότητα των πόλεων.

Επιπλέον, η διαδικασία μετατροπής της Λάρισας σε κέντρο ιδιωτικής υγείας, έδειξε ξεκάθαρα τον αντικοινωνικό της χαρακτήρα την περίοδο της πανδημίας, διαμορφώνοντας και μια άλλη αρχιτεκτονική στις ηγεμονικές μερίδες του τοπικού κεφαλαίου. Η μετατροπή του νομού Καρδίτσας σε ενεργειακή μπαταρία μέσω των αιολικών και υδροηλεκτρικών έργων, έχει ήδη στοιχήσει και θα στοιχήσει ακόμα περισσότερο σε αγρότες και εργαζόμενους. Η «αξιοποίηση» του φυσικού περιβάλλοντος είναι μια βραδυφλεγής βόμβα γέννησης νέων «φυσικών καταστροφών». Ο ρόλος τοποτηρητή της Lafarge στο Βόλο και η δολοφονική λειτουργία της ΑΓΕΤ, δεν δημιουργεί απλά μια αποπνικτική ατμόσφαιρά στο πολεοδομικό συγκρότημα με ανυπολόγιστες συνέπειες. Αντιθέτως όρισε νέες κατευθυντήριες συνολικά στο πεδίο σύνδεσης ενέργειας – απορριμμάτων, άλλαξε τους όρους «δημοκρατίας» στην πόλη και τελικά έθεσε μια νέα ατζέντα για τον ενεργειακό τομέα.

Στη νέα περίοδο που διανύουμε η αστική πολιτική σε μια διαδικασία ανασυγκρότησης των μορφών κερδοφορίας βαδίζει σε ένα νέο γύρο εκμεταλλευτικών μετασχηματισμών. Η ενέργεια αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα ανοιχτά project τόσο στην περιοχή της Θεσσαλίας όσο και ευρύτερα. Οι πλουραλιστικοί στόχοι που ούτως η άλλως έχουν τεθεί από τα κεφάλαια που δραστηριοποιούνται στη χώρα δείχνουν το μέγεθος των επικείμενων επενδύσεων, που απειλούν τα κοινωνικά και οικονομικά δικαιώματα, τις λαϊκές ελευθερίες και το φυσικό περιβάλλον. Η προηγούμενη περίοδος ήταν απλά το εναρκτήριο λάκτισμα για τον ελληνικό καπιταλισμό για την είσοδό του σε μια διαδικασία για την οποία προετοιμάζεται ιδεολογικά, πολιτικά, κοινωνικά και οικονομικά χρόνια τώρα. Τα αιολικά, τα υδροηλεκτρικά, τα ηλιακά, η καύση και οι διαφόρων ειδών αγωγοί και βάσεις καυσίμων αποτελούν προτεραιότητα σε μια αγορά που αντικειμενικά αναδιαρθρώνεται στο έδαφος της καπιταλιστικής κρίσης και συνδέει ακόμη πιο στενά τον κοινωνικό πόλεμο του κεφαλαίου με την πολεμική προετοιμασία των ένοπλών συγκρούσεων.

Ίσως η δεκαετία του 2000 ήταν η περίοδος των επιχειρηματικών πλάνων που αφορούσαν την αναδιάταξη του οδικού δικτύου και των εθνικών οδών. Όλα αυτά υπό την εκχώρησή τους σε ιδιωτικές κοινοπραξίες και την επιβολή χαρατσιών – διοδίων σε όλο τους το μήκος. Από την άλλη σήμερα βαδίζουμε στις ράγες της αναδιάταξης των σιδηροδρομικών μεταφορών. Μια διαδικασία που μπορεί να έγινε ευρέως γνωστή από την κρατική δολοφονία στα Τέμπη, είναι όμως εν εξελίξει αρκετά χρόνια πριν. Ο χαρακτήρας των σιδηροδρομικών μεταφορών αλλάζει ραγδαία στην προσπάθεια να μετασχηματιστεί από λαϊκό μέσο μαζικής και φτηνής μετακίνησης σε φτηνό μέσο τροφοδότησης των αγορών της Ευρώπης και των Βαλκανίων με εμπορεύματα, από τον εμπορευματικό άξονα που ελέγχει η Cosco. Το κοινό σημείο αυτών των 2 διαδικασιών είναι η επιδότηση από το κράτος τόσο της διαδικασίας ιδιωτικοποίησης, όσο και της διαδικασίας ανάπτυξης της ανταγωνιστικότητάς τους, ενώ συνδέεται άμεσα με την ιδιωτικοποίηση του λιμανιού του Βόλου.

 

Όλο αυτό το σχέδιο δεν είναι απλά μία προσπάθεια ιδιωτικοποίησης και εμπορευματοποίησης κρατικών υπηρεσιών. Έχει και στρατηγικά χαρακτηριστικά για τον ελληνικό καπιταλισμό διότι αποτελεί κατά βάση μία γιγαντιαία επιχειρηματική σύμπραξη μεταξύ και κρατικών επιχειρήσεων και άρα αυτές οι υποδομές εντάσσονται σε ένα σχέδιο διεθνοποίησης της ελληνικής οικονομίας με κύριο στόχο η ελληνική επικράτεια να αποτελέσει δίοδο του νέου δρόμου του μεταξιού. Επίσης έχει στρατηγικό χαρακτήρα γιατί οι μεταφορές έχουν άμεση σχέση με τους όρους ζωής και διαβίωσης μέχρι και την αξία της γης στην ευρύτερη περιοχή που αποτελούν παράγοντα ευρύτερης προσέλκυσης επενδύσεων και σε άλλους τομείς. Με αυτή την έννοια η μάχη ενάντια στην ιδιωτικοποίηση του Λιμανιού και απέναντι στον ιδιωτικοποιημένο χαρακτήρα των σιδηροδρόμων αποτελεί στρατηγική μάχη ενάντια στο κεφάλαιο και τις διεθνείς συμμαχίες του, μια μάχη ενάντια στο μοντέλο καπιταλιστικής ανάπτυξης, όπου η υπεράσπιση των λαϊκών συμφερόντων περνά μέσα από το μπλοκάρισμα των κεφαλαιακών και εμπορευματικών ροών στην περιοχή.

Ο νόμος για το άνοιγμα της αγοράς του νερού που ψηφίστηκε πριν λίγες ημέρες ανοίγει την πόρτα για μια διαδικασία για την οποία η ελληνική αστική τάξη επίσης ετοιμάζεται καιρό και ακούει στο όνομα ιδιωτικοποίηση του νερού. Τα ανοιχτά μέτωπα της εκτροπής του Αχελώου που ο Αγοραστός και το σύνολο του αστικού συστήματος ετοιμάζουν χρόνια, το αντίστοιχο των νερών του Πηλίου κ.α. αντικειμενικά τίθενται σε νέα αντιλαικότερη και επιθετικότερη βάση. Πλέον διαμορφώνεται το πλαίσιο ολοκληρωτικής ιδιοποίησης του νερού και όχι μόνο κάποιων υπηρεσιών. Αυτή η μάχη είναι επίσης στρατηγικού χαρακτήρα και έχει ταξικό πυρήνα ο οποίος δεν πρέπει να κρυφτεί πίσω από μία ρηχή συνθηματολογία για την αυτονόητη αξία του για την ζωή. Και αυτό γιατί ο έλεγχος του νερού αποτελεί ένα συγκεντρωτικό έλεγχο από μεγάλα ιδιωτικά συμφέροντα όχι μόνο της άμεσης κατανάλωσής του αλλά και μεγάλων τμημάτων της αγροτικής, βιοτεχνικής και βιομηχανικής οικονομίας.

Η σημερινή αναθεώρηση της ΚΑΠ 2023-2027 επενδύει στον ανώτερο μετασχηματισμό του αγρότη σε επιχειρηματία, την περεταίρω ταξικοποίηση-ελιτοποίηση της διατροφής- αγοράς και πώλησης τροφίμων και την πώληση νέων «έξυπνων» τεχνολογιών που προωθούνται από τα σκιώδη διευθυντήρια της Κομισιόν. Η νέα ΚΑΠ υπακούει και προωθεί το περιβόητο «Green deal» της ΕΕ. Μέσω αυτής της διαδικασίας η ΕΕ επισφραγίζει την διατροφική κατηγοριοποίηση 2 επιπέδων. Τα «πράσινα», «βιολογικά» για την κοινωνική ελίτ ή όποιον μπορεί να πληρώνει και τα υποβαθμισμένα διαφόρων κατηγοριών και εισαγωγών προϊόντα για την κοινωνική πλειοψηφία. Δεν είναι τυχαίο εξάλλου πως η περιφερειακή αρχή Θεσσαλίας είναι απόλυτα συνταγμένη με την γραμμή της εξαγωγιμότητας, που αντικειμενικά διαμορφώνει υψηλές τιμές προϊόντων για την κοινωνική πλειοψηφία και επιβάλει μια τυποποιητική – πιστοποιητική διαδικασία που τελικά πιέζει προς τα κάτω τους μικρούς παραγωγούς που δυσκολεύονται να ακολουθήσουν.

Τέλος είναι ιδιαίτερη κρίσιμη η διαδικασία που έχει εκκινήσει με τις αστικές αναπλάσεις, τον εξευγενισμό και την τουριστικοποίηση, που εμπορευματοποιεί συνολικά το χαρακτήρα των πόλεων. Καταλήγει να μειώνει τα πλαίσια της δημόσιας – κοινωνικής χρήσης του χώρου και να αλλάζει εντελώς το τοπίο στο ζήτημα της κατοικίας, με την εκτόξευση των ενοικίων. Η διαδικασία αυτή είναι ιδιαίτερα έντονη στην πόλη του Βόλου που είναι συνδεδεμένη και με το λιμάνι καθώς και της Λάρισας ως άτυπου εμπορικού κέντρου, αλλά έχει τάσεις καθολικοποίησης και επέκτασης σε όλη τη Θεσσαλία με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά στα «τουριστικά φιλέτα» των ορεινών και παραλιακών οικισμών.

 

5.            Αποτίμηση της δράσης μας και των πολιτικών μας εκτιμήσεων.

Ως στόχο της πολιτική μας παρέμβασης στην Θεσσαλία ήταν να αναδείξουμε με συγκεκριμένο τρόπο το πώς αυτοί οι άξονες της αστικής στρατηγικής στην χώρα περνάνε από το τοπικό κράτος και την περιφέρεια Θεσσαλίας. Κύρια επιδίωξή μας ήταν η ξεκάθαρη και αποτελεσματική αναμέτρηση μέσα από το κίνημα αλλά και στο Π.Σ., με τα αστικά συμφέροντα που εκπροσωπούν στον τόπο μας τους ευρύτερους αστικούς σχεδιασμούς. Όπως έχουμε διακηρύξει η παρέμβασή μας θέλουμε να έχει το χαρακτήρα της αποσταθεροποίησης της αντιλαϊκής σταθερότητας που επιδιώκει τόσο η κυβέρνηση, όσο και οι φορείς της τοπικής διοίκησης. Αναδείξαμε το πώς οι επιταγές της ΕΕ και οι προϋποθέσεις που ακολουθούν τα ευρωπαϊκά προγράμματα παράλληλα με την κατάργηση της κρατικής χρηματοδότησης είναι οι αιτίες και όχι η λύση για τον αντιλαϊκό πυρήνα των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων που επιβάλλονται.

Συμμετείχαμε σε πλείστους κοινωνικούς αγώνες προσπαθώντας να εκφράσουμε ευρύτερα και αποτελεσματικότερα τα συμφέροντα του λαού μας. Ιδιαίτερη αναφορά χρήζουν οι αγώνες που από κοινού δώσαμε με συλλογικότητες και άλλες οργανώσεις του κινήματος τόσο ενάντια στις φαραωνικές καπιταλιστικές επενδύσεις για αιολικά πάρκα στα Άγραφα, όσο και ενάντια στα σχέδια της καύσης σκουπιδιών στον Βόλο από την ΑΓΕΤ- Lafarge και τα σχέδια δημιουργίας μονάδων παραγωγής RDF-SRF. Θεωρούμε ότι σ΄ ένα βαθμό πετύχαμε την ανάδειξη του πραγματικού αντιλαϊκού, αντιπεριβαλλοντικού περιεχομένου της πράσινης ανάπτυξης του καπιταλιστικού συστήματος, αλλά σίγουρα υπάρχει πολύς δρόμος μπροστά μας, ώστε να σπάσουν στερεότυπα και ιδεολογικές συγχύσεις γύρω από τα θέματα αυτά. Υπάρχει δρόμος μπροστά μας για την ηγεμονική και αυτοτελή έκφραση των συμφερόντων των εργαζόμενων και των ανέργων.

Κάποια βήματα, καθόλα σημαντικά όμως έχουμε κάνει. Αναδείξαμε σε πλατιά κομμάτια της κοινωνίας ότι τα ίδια μαύρα συμφέροντα που μας οδήγησαν στη χρεωκοπία, έρχονται τώρα μέσω των μνημονίων και παίρνουν το πράσινο φως για άλλο έναν γύρο εκμετάλλευσης και καταστροφής. Μιλήσαμε στην παρέμβασή μας στο περιφερειακό συμβούλιο και ανοιχτά στην κοινωνία συγκεκριμένα για τους ενόχους που ωφελούνται από την καταστροφή του περιβάλλοντος και των ζωών μας. Κατονομάσαμε ανοιχτά τον Σεπτέμβρη του 2019 τη Lafarge και την ΕΛΛΑΚΤΟΡ ως τους κύριους φορείς υλοποίησης των ανωτέρω σχεδίων. Επιπλέον, επιχειρήσαμε να αποκαλύψουμε την οργανική σχέση τοπικού, κεντρικού κράτους, πολυεθνικών και ΕΕ. Μέσα από τον περιφερειακό προϋπολογισμό του 2020, τονίσαμε το πώς η μείωση των ΚΑΠ και η εξάρτηση από τα ΕΣΠΑ φέρνει φωτογραφικές διατάξεις-προϊόν άμεσης επιρροής από το λόμπυ πολυεθνικών εταιρειών. Χαρακτηριστική περίπτωση είναι η διεξαγωγή του σχεδίου κατασκευής εργοστασίου εναλλακτικών καυσίμων στον Βόλο στα πλαίσια του νέου ΕΣΔΑ τον Οκτώβρη του 2020. Τότε ο δήμος Βόλου (μετά και την παρουσίαση προτάσεων από άλλες επιχειρήσεις να αναλάβουν τμήμα της παραγωγής) έδειξε αμέσως την πρόθεσή του ώστε αυτή η διαδικασία να αποτελεί κομμάτι ενός σαφέστατου συγκεντρωτικού σχεδιασμού γύρω από τις ανάγκες της LAFARGE.

Επιδιώξαμε να εξηγήσουμε με όλα αυτά τα πραγματικά και εν εξελίξει παραδείγματα, πως τα ΕΣΠΑ ουσιαστικά επιστρέφουν στην ΕΕ είτε αποδίδονται σαν δωρεά στο ελληνικό μεγάλο κεφάλαιο. Το κεντρικό κράτος εναρμονίζει τη νομοθεσία και το περιβάλλον των επενδύσεων με αυτές τις κατευθύνσεις (περιβαλλοντικός νόμος Χατζηδάκη) και το τοπικό κράτος εξασφαλίζει τους συγκεκριμένους κοινωνικούς και πολιτικούς όρους υλοποίησης της επένδυσης (Περιφερειακό πρόγραμμα ανάπτυξης 2021-2025). Όλα αυτά με διάφορα επίπεδα αξιολόγησης και εποπτείας. Έχουμε δηλαδή μια τρισυπόστατη κρατική-επιχειρηματική διαχείριση με κάθε πλευρά της να έχει τη σημασία της για το συνολικό επίπεδο εμπλοκής των επιχειρηματικών συμφερόντων με τις ευρύτερες κοινωνικές διεργασίες.

 

Στη διακήρυξη του 2019 σημειώσαμε ότι «παρεμβαίνουμε στην προοπτική για «συγκρότηση αντιθεσμών επιβολής της λαϊκής θέλησης, σε κάθε πόλη, χωριό και γειτονιά, που θα διεκδικούν μαχητικά και δεν θα αναθέτουν τη βελτίωση των όρων ζωής μας σε σωτήρες. Σε ανειρήνευτη αντιπαράθεση με τους επίσημους θεσμούς, θα διεκδικούν την πρωτοκαθεδρία στη λαϊκή αντιπροσώπευση και θα υπονομεύουν τη δυνατότητα του τοπικού κράτους να διοικεί και να επιβάλλει τις αντιλαϊκές πολιτικές του.» Και σε αυτή την κατεύθυνση «συμμετέχουμε, στηρίζουμε, αναβαθμίζουμε και συγκροτούμε συλλογικότητες αγώνα σε κάθε γειτονιά ως έμβρυα μιας τέτοιας προοπτικής. Επιτροπές κατοίκων, πρωτοβουλίες, λαϊκές συνελεύσεις, εργατικές λέσχες και κοινωνικό-πολιτικά κέντρα. Συμβάλλουμε στον μεταξύ τους συντονισμό. Αγωνιζόμαστε για να υπάρχει σύνδεση και συντονισμός τους με το ταξικό εργατικό κίνημα. Να έχουν μαζική συμμετοχή και δημοκρατική λειτουργία. Να κατακτούν ρόλο και λόγο για τα ζητήματα της περιοχής τους και τα γενικότερα.»

Σε αυτή τη λογική η ΑΡΠΑ επέλεξε να στηρίξει την Ανοιχτή Συνέλευση ενάντια στα Αιολικά και την Πράσινη Ανάπτυξη στα Άγραφα και τη δημιουργία του Συντονισμού Συλλογικοτήτων Βόλου τον Μάρτη του 2019 όπου έγινε και η πρώτη σχετικά αυτοτελή συγκρότηση ενός μαχητικού μπλοκ στην πορεία ενάντια στην καύση. Τον Αύγουστο του 2019 στηρίξαμε τη μαχητική «πολιορκία» στο δημοτικό συμβούλιο Καρδίτσας, για τη ματαίωση της έγκρισης δημοπράτησης εκτάσεων για την εγκατάσταση των Αιολικών, με κόστος ακόμα και διώξεις τεσσάρων αγωνιστών. Οι μαζικές παρεμβάσεις στο Τύμπανο τον Οκτώβρη του 2019, τα καλοκαίρια του 2021 και του 2022 καθώς και η μεγάλη πανελλαδική κινητοποίηση στην Καρδίτσα τον Ιούνη του 2021 εν μέσω συνεχιζόμενης τρομοκρατίας από την αστυνομική διεύθυνση Καρδίτσας, έγινε σε διαρκή αντιπαράθεση με το αστικό (κεντρικό και τοπικό) αλλά και με «κινηματικές» αντιλήψεις που κατηγορούσαν τη στοχοποίηση των εταιρειών υλοποίησης του έργου ως διχαστική και ηττημένη.

Θεωρούμε ότι η αντιδιαχειριστική και αντικαπιταλιστική λογική που εξέφρασε η ΑΡΠΑ σε όλους αυτούς τους κόμβους συνέβαλε θετικά στο συσχετισμό δύναμης ώστε να δημιουργηθούν πολιτικά γεγονότα πανελλαδικής εμβέλειας. Επιδιώξαμε να αποκαλύψουμε τα όρια και τις παλινωδίες του ρεύματος θεσμικής οικολογικής και κοινωνικής διεκδίκησης που προτιμά να φλυαρεί ακατάπαυστα για τις νέες περιβαλλοντικές τεχνικές που πρέπει να πείσουμε το κεφάλαιο να υιοθετήσει, παρά να αντιμετωπίσει τον πραγματικό αντιλαϊκό πυρήνα της καπιταλιστικής ανάπτυξης.

 Όλη αυτή η πείρα ως ένα βαθμό συνέβαλε και στο να εκφραστεί ένα πανελλαδικό ρεύμα εργατικής, αντικαπιταλιστικής και αντικυβερνητικής πάλης και αντιπολίτευσης. Σε αυτή την κατεύθυνση στηρίξαμε και τη διοργάνωση του αντιπολεμικών πανθεσσαλικών συλλαλητηρίων σε Λάρισα και Βόλο.

Την ίδια στιγμή έγιναν και κινήσεις κοινής δημόσιας πολιτικής παρέμβασης των αριστερών αντικαπιταλιστικών σχημάτων σε δήμους και περιφέρειες. Συμμετείχαμε σε πολλές τέτοιες παρεμβάσεις άλλες στα πλαίσια κινητοποιήσεων που διοργάνωσαν τα ίδια τα σχήματα, άλλες στηρίζοντας κινητοποιήσεις αγωνιζόμενων κλάδων και άλλες αναδεικνύοντας με ενιαίο τρόπο πολιτικά ζητήματα. Χαρακτηριστικές είναι οι περιπτώσεις με την πολύ σημαντική αντιπολεμική πρωτοβουλία με την αποστολή αντιπροσωπείας των κινήσεων στη Λέσβο τον Φλεβάρη του 2020 με την στόχευση οι μετανάστες να ενταχθούν ισότιμα στις γειτονιές μας και να καταργηθούν τα hotspot. Στις 17 Νοέμβρη του 2020 στηρίχθηκαν οι συγκεντρώσεις ενάντια στις απαγορεύσεις, ενώ με διοργάνωση και συγκεντρώσεων στηρίξαμε τις πανελλαδικές ημέρες δράσεις της ΟΕΝΓΕ και την πανυγειονομική απεργία τον Φλεβάρη του 2021 και την απεργία αποχή των εκπαιδευτικών απέναντι στην αξιολόγηση. Αναδείξαμε αιτήματα την περίοδο των πυρκαγιών στην Εύβοια, τον νόμο Βορίδη την ακρίβεια και άλλα πολλά. Σε αυτή τη λογική διοργανώσαμε και αρκετές δράσεις σε πανθεσσαλικό επίπεδο. Τα παραπάνω αποτελούν ένα σημαντικό βήμα για την ενοποίηση σε μια πολιτική ανατρεπτική κατεύθυνση των σχημάτων στο τοπικό κράτος στη λογική μιας ενιαίας πτέρυγας στο επίπεδο της περιφέρειας με αντικαπιταλιστική αντίληψη στα ζητήματα αυτά.

Έχει αξία να καταγραφούν και άλλα σημαντικά ζητήματα της περιοχής που αναδείξαμε. Όπως τα εργατικά θανατηφόρα ατυχήματα σε Μηλίνα Πηλίου και Τρίκαλα. Εργατικά ζητήματα των ντελιβεράδων. Τη ρατσιστική στοχοποίηση των Ρομά στην Λάρισα κατά την πανδημία. Την αστυνομική βία ενάντια σε 13χρονο και τις απολύσεις δημοσιογράφων από το δημοτικό ραδιόφωνο στην Λάρισα. Τα περιστατικά αστυνομικής ασυδοσίας στην πόλη της Λάρισας (Άγριος ξυλοδαρμός και σύλληψη 35χρονου ποδηλάτη, εκκένωση πολιτικής κατάληψης) που εναρμονιζόταν με το κρεσέντο καταστολής και τρομοκρατίας των αστυνομικών πανελληνίως (π.χ. εισβολή εντός του ΑΠΘ, παροιμιώδη αστυνομική βία στο κέντρο της Αθήνας σε φοιτητική πορεία με δεκάδες νεαρούς τραυματίες, στρατιωτική κατοχή στα Εξάρχεια γύρω από τα έργα του Μετρό, κτλ).

 

Επιπλέον, αναδείξαμε τα πολιτικά και πρακτικά ζητήματα που προέκυψαν από τις «φυσικές» καταστροφές του ΙΑΝΟΥ και του σεισμού της 3ης Μαρτίου 2021 σε περιοχές της Θεσσαλίας. Η πολιτική της ΝΔ και του περιφερειάρχη της Αγοραστού, συνοψίζονταν πάντα σε 2 αντιφατικά πράγματα: αυτά τα φαινόμενα δεν προβλέπονται και άρα δεν γίνεται να προφυλαχτείς και ότι πάντα φταίνε οι άλλοι. Αναμενόμενο ήταν μέχρι ακόμα και σήμερα να μην έχει δοθεί κάποια πρακτική λύση στις καταστροφές που έγιναν παρά μόνο κάποια επιδόματα και υποσχέσεις. Χαρακτηριστικό της πολιτικής του τοπικού και του κεντρικού κράτους είναι ότι ακόμα μένουν σε κοντέινερ οι σεισμόπληκτοί του Δαμασίου.

Επίσης αναδείξαμε τη δίωξη αγροτοσυνδικαλιστή για τις κινητοποιήσεις ενάντια στο ασφαλιστικό Κατρούγκαλου το 2017. Τη στήριξη της «προοδευτικής συμμαχίας ΣΥΡΙΖΑ ΚΙΝΑΛ» στο ΠΣ στην πανεπιστημιακή αστυνομία. Την επιχειρηματική αλητεία στον τομέα της ιδιωτικής υγείας στην Λάρισα με κυρίαρχους τα συμφέροντα Νταβέλη- Τσερέπα και τον διαπλεκόμενο Ιατρικό Σύλλογο της πόλης. Τη συμβολή της παράταξης Αγοραστού μέσω του συμβούλου και διευθυντή των ΜΕΘ στο ΓΝΛ, στην υποβάθμιση του δημοσίου συστήματος Υγείας. Την περίφραξη και εμπορευματοποίηση εκτάσεων στον Όλυμπο. Τις αναγκαστικές κατασχέσεις του δήμου Τρικάλων για οφειλές προστίμων. Τα ασύστολα ψεύδη του Μητσοτάκη στα Άγραφα και τις διαβεβαιώσεις του πως δεν θα μπουν άλλες ανεμογεννήτριες στην περιοχή. Τις ρατσιστικές πολιτικές εναντίον των ατόμων με αναπηρία και των πασχόντων από χρόνιες παθήσεις ατόμων και την άσκηση μιας άδικης και μη ισότιμης κοινωνικής πολιτικής απέναντί τους. Τέλος αναδείξαμε την συστηματική εμπλοκή του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας στις στρατηγικές κατευθύνσεις της περιφέρειας και της ΕΕ, μέσω της επιχειρηματικοποίησης της ερευνητικής δραστηριότητάς του και βέβαια τα μνημόνια συνεργασίας με τον στρατό και την πρόσφατη ανάληψη έργου για την έρευνα και την κατασκευή drone.

 

6.            Για την πορεία του επόμενου διαστήματος και προς την εκλογική αναμέτρηση του Οκτωβρίου

Επισημαίνουμε ότι οι επόμενες δημοτικές και περιφερειακές εκλογές που θα διεξαχθούν στις 8 Οκτωβρίου, επηρεάζονται από τέσσερεις παράγοντες:

α) τα γενικά κοινωνικά και πολιτικά χαρακτηριστικά της περιόδου, όπως αναλύθηκαν στο 1ο και στο 2ο κεφάλαιο

β) το πολύ σύντομο χρονικό διάστημα, μετά από δύο βουλευτικές εκλογικές αναμετρήσεις και μια μεγάλη περίοδο έντονης κεντρικής πολιτικής αντιπαράθεσης.

γ) από τα χαρακτηριστικά και το ρόλο του τοπικού κράτους όπως αναλύθηκαν στο 3ο κεφάλαιο

δ) ότι θα γίνουν με ένα νέο εκλογικό σύστημα, σαφώς πιο αντιδημοκρατικό, που ευνοεί τη διαμόρφωση δημοτικών πλειοψηφιών των αστικών συστημικών δυνάμεων και έχει στόχο και τον περιορισμό της παρουσίας της ριζοσπαστικής αντικαπιταλιστικής αριστεράς στα συμβούλια.

 

6.1.       Βασικοί άξονες του αντικαπιταλιστικού -αντιδιαχειριστικού προγράμματος πάλης

Βασικοί άξονες του αντικαπιταλιστικού -αντιδιαχειριστικού προγράμματος πάλης είναι:

·                    Η μονομερής καταγγελία και η κατάργηση όλων των αντιλαϊκών διεθνών συμβάσεων, πολεμικών συμμαχιών, μνημονίων συνεργασίας και επιχειρηματικής σύμπραξης. Η συνολική διαγραφή του χρέους.

·                    Η απειθαρχία σε όλους τους μηχανισμούς και τις κατευθύνσεις της ΕΕ. Η ανυπακοή στο Οικονομικό Παρατηρητήριο. Κατάργηση των κρατικών τοπικών μεταρρυθμίσεων των προηγούμενων χρόνων.

·                    Η έξοδος από το ευρώ και την ΕΕ για μία διεθνιστική εργατική αντικαπιταλιστική πορεία ενάντια στις καπιταλιστικές ολοκληρώσεις.

·                    Η αποχώρηση από το ΝΑΤΟ. Η κατάργηση των πολεμικών εξοπλιστικών προγραμμάτων και της πολεμικής έρευνας και παραγωγής. Κλείσιμο των στρατοπέδων συγκέντρωσης, άνοιγμα των συνόρων, ισότιμη ένταξη των μεταναστών.

·                    Η ανατροπή κάθε κυβερνητικού σχήματος που διαχειρίζεται την επίθεση του κεφαλαίου.

·                    Η δραστική μείωση των ωρών εργασίας, αυξήσεις στους μισθούς, ελεύθερος χρόνος και χώρος στην διάθεση της κοινωνικής πλειοψηφίας.

·                    Αποκλειστικά δημόσια και δωρεάν παιδεία, υγεία, μεταφορές για όλους.

·                    Η διαγραφή ιδιωτικών χρεών για τις εργατικές-λαϊκές οικογένειες και τους ανέργους. Όχι στην ιδιωτικοποίηση της δημόσιας περιουσίας, την εμπορευματοποίηση του φυσικού πλούτου και των κοινωνικών αγαθών.

·                    Αφοπλισμός και κατάργηση όλων των σωμάτων ασφαλείας και καταστολής. Διεύρυνση των λαϊκών ελευθεριών και δικαιωμάτων ανεξαρτήτως φύλου και φυλής. Εργατικός αποφασιστικός έλεγχος σε κάθε πλευρά της δημόσιας διοίκησης και υπηρεσιών.

·                    Η κρατικοποίηση των τραπεζών και απαλλοτρίωση της μεγάλης περιουσίας. Η συλλογική διαχείριση των παραγωγικών δυνατοτήτων, κοινωνικοποίηση των επιχειρήσεων, αναδιανομή της γης και συνεταιριστικής καλλιέργειας της από τους φτωχομεσαίους αγρότες και εργάτες γης με βάση τις ανάγκες της κοινωνικής πλειοψηφίας.

Αυτό το προγραμματικό πλαίσιο υπερασπιστήκαμε μέσα και έξω από το περιφερειακό συμβούλιο Θεσσαλίας με την εκλογή εκπροσώπου στις τρεις εκλογικές αναμετρήσεις από το 2010. Πάντα σε σύνδεση και στήριξη με τους λαϊκούς αγώνες και οργανωμένες συλλογικές δυνάμεις, σχήματα, δημοτικές κινήσεις και επιτροπές αγώνα. Κόντρα στην πολύμορφη καταστολή των ΜΑΤ, των δικαστικών διώξεων και των προστίμων, τη φίμωση και τον αποκλεισμό από τα κυρίαρχα ΜΜΕ.

Πήγαμε κόντρα στο βαθιά αντιδημοκρατικό πλαίσιο λειτουργίας του τοπικού κράτους σε δήμους και περιφέρεια που προωθεί τα επιχειρηματικά συμφέροντα σε βάρος της κοινωνίας και του περιβάλλοντος μέσα από την «ενός ανδρός αρχή». Καταγγείλαμε τα νομοθετήματα του Καλλικράτη (ΠΑΣΟΚ), Κλεισθένης Ι και ΙΙ (ΣΥΡΙΖΑ), Θεοδωρικάκου και Βορίδη (ΝΔ) που έχουν κάνει τα συμβούλια διακοσμητικά, θωρακισμένα ακόμα και στη γνώμη της αντιπολίτευσης και της κοινωνίας και έχουν μεταφέρει τις αποφάσεις σε επιτροπές πλήρως ελεγχόμενες από δήμαρχο και περιφερειάρχη. Θα δώσουμε την μάχη για να σπάσει το αντιδημοκρατικό, όριο του 3%, με το οποίο η ΝΔ προσπαθεί να αποκλείσει κάθε «ενοχλητική», μαχόμενη και ριζοσπαστική φωνή που πάει κόντρα στο σύστημα εξουσίας και τα συμφέροντα που υπηρετεί.

 

6.2.       Πολιτική φυσιογνωμία της Αριστερής Παρέμβασης στη Θεσσαλία -Ανταρσία για την ανατροπή

Οπότε όλα τα αντικαπιταλιστικά-αντιδιαχειριστικά σχήματα πανελλαδικά έρχονται να συγκεκριμενοποιήσουν την πολιτική τους παρέμβαση σε ένα καινούργιο τοπίο. Έτσι και η Αριστερή Παρέμβαση στη Θεσσαλία -Ανταρσία για την ανατροπή, απαιτείται να επικαιροποιήσει το πολιτικό της στίγμα και να οργανώσει την πολιτική της παρέμβαση ενόψει και της εκλογικές μάχης στο τοπικό κράτος.

 Θεωρούμε ότι το σχήμα μας έχει κατοχυρώσει και προβάλει τα εξής πολιτικά και φυσιογνωμικά χαρακτηριστικά:

1.            Η παρέμβασή μας στα ζητήματα του τοπικού κράτους, της πόλης, του περιβάλλοντος, της αναπαραγωγής της εργατικής δύναμης αποτελεί πλευρά του αγώνα για την ανατροπή της αντιλαϊκής πολιτικής συνολικά.

2.            Επιδιώκουμε, έτσι να συμβάλλουμε στη συγκρότηση αντικαπιταλιστικού ρεύματος σε τοπικό επίπεδο αλλά και πανελλαδικά.

3.            Το πλαίσιο πάλης μας συγκροτείται με στόχο την ικανοποίηση των εργατικών λαϊκών αναγκών και δικαιωμάτων. Αντιμετωπίζουμε τους δήμους και τις περιφέρειες ως τοπικό κράτος, με συγκεκριμένο ρόλο στο πλαίσιο της πολύ-επίπεδης διακυβέρνησης και της σχέσης τους με το κεντρικό επιτελικό κράτος.

4.            Στεκόμαστε απέναντί στο τοπικό κράτος από θέση αντιπολίτευσης. Αναδεικνύουμε και συγκρουόμαστε με το κεφάλαιο και τα τοπικά επιχειρηματικά συμφέροντα και τις διαπλοκές τους με δήμους, περιφέρειες.

5.            Η αντιπαράθεση με την ΕΕ και τις πολιτικές της στο επίπεδο του τοπικού κράτους αποτελεί καθοριστικό στοιχείο της πολιτικής μας παρέμβασης. Το μοντέλο πολύ-επίπεδης διακυβέρνησης, η εξάρτηση και οι κατευθύνσεις της χρηματοδότησης, ο ρόλος των ΕΣΠΑ και των χρηματοδοτικών εργαλείων, οι κατευθύνσεις της ΕΕ σε κρίσιμες πλευρές της κοινωνικής πολιτικής έχουν αναδείξει σε βασικό το στοιχείο την αντί-ΕΕ πάλη.

6.            Έχουμε αντιδιαχειριστική στάση με έμπρακτο τρόπο, σε ψηφοφορίες στο ΠΣ σε ζητήματα ελαστικών εργασιακών σχέσεων, ευρωπαϊκών προγραμμάτων, ΚΟΙΝΣΕΠ, λειτουργίας τομέων και υπηρεσιών εντός των συγκεκριμένων πλαισίων της ΕΕ κλπ.

 

7.            Είμαστε αντίθετοι με τις αντιλήψεις «περί δυνατότητας φιλολαϊκής διαχείρισης» σε έναν δήμο ή πολύ περισσότερο μια περιφέρεια ή αυτές περί «αυτοδιοικητικών νησίδων» ή ανάθεσης στον καλό αγωνιστή δήμαρχο που θα λύσει τα προβλήματα (βλ. Πελετίδης). Προωθούμε τη συγκρότηση κινήματος που με τον αγώνα του θα επιβάλλει κατακτήσεις, ως το δρόμο ικανοποίησης των κοινωνικών λαϊκών αναγκών. Στο ζήτημα της διοίκησης ενός δήμου, αν ως απόρροια ενός ανατρεπτικού πολιτικού κινήματος προκύψει μια δημοτική αρχή της αντικαπιταλιστικής αριστεράς, αυτή θα πρέπει να είναι μια δημοτική αρχή που θα λειτουργεί εκτός «θεσμικού πλαισίου» και δημοσιονομικών απαιτήσεων, μια «παράνομη» δημοτική αρχή. Που στη σύγκρουση που θα επακολουθήσει πρέπει να την οξύνει, να ενισχύσει τη συλλογική λαϊκή οργάνωση και που μπορεί να σταθεί μόνο αν παράλληλα ενισχύεται ένα συνολικό ανατρεπτικό πολιτικό κίνημα.

8.            Συμβάλλαμε και επιδιώκουμε να συμβάλλουμε στην ανάδειξη τοπικών και κεντρικών προβλημάτων, το ξεδίπλωμα αγωνιστικών δράσεων των κατοίκων, τη στήριξη και λειτουργία μαζικών συλλογικοτήτων.

9.            Θεμελιακό στοιχείο της φυσιογνωμίας μας είναι η δημοκρατική λειτουργία, η συλλογική εκπροσώπηση και η εναλλαγή, απέναντι στο κυρίαρχο αρχηγοκεντρικό, προσωπικοκεντρικό μοντέλο. Η κριτική-αυτοκριτική και η αέναη προσπάθεια να πετύχουμε το παραπάνω, η δυνατότητα στη μειοψηφία να γίνει πλειοψηφία και η συντροφική συζήτηση αποτελούν sine qua non προϋποθέσεις ενός αντικαπιταλιστικού-αντιδιαχειριστικού σχήματος σήμερα.

10.         Η συμμετοχή και η παρέμβασή «μέσα» στα περιφερειακά και δημοτικά συμβούλια εξυπηρετεί το «έξω» από αυτά, δηλαδή τις λαϊκές ανάγκες, την ανάπτυξη του κινήματος, την οργάνωση των αγώνων ενάντια στην πολιτική του κράτους -κεντρικού και τοπικού- για να επιβάλλονται κατακτήσεις, την αποκάλυψη της ταξικής ουσίας και αντιλαϊκής διαπλοκής του τοπικού πολιτικού συστήματος. Έτσι ώστε το να προωθείται « το έξω μέσα και το μέσα έξω». Για αυτό επιδιώκουμε να εκλέγουμε συμβούλους, χωρίς όμως να ανάγεται αυτό σε αυτοσκοπό ή να εξαρτάται η ύπαρξη και δράση της κίνησης μας από αυτό.

Τα στοιχεία αυτά ως Αριστερή Παρέμβαση στη Θεσσαλία -Ανταρσία για την ανατροπή τα θεωρούμε ότι είναι η δύναμή μας. Είναι αυτά που έχουν βοηθήσει να συγκροτηθεί αυτό το ρεύμα. Έχουν προκύψει από μια διαδικασία δοκιμασίας στον κόσμο και πολιτικών αντιπαραθέσεων με άλλες πολιτικές λογικές. Το πρόγραμμα αυτό χρειάζεται να αναπτυχθεί, να ανοιχτεί και σε άλλα ζητήματα που μπαίνουν στην αντιπαράθεση σε επίπεδο δήμων και περιφερειών, ανοίγοντας και νέους δρόμους πάλης στο μέτωπο της πόλης, του χώρου και του περιβάλλοντος.

Απευθυνόμαστε στη μαχόμενη, ριζοσπαστική και αντικαπιταλιστική Αριστερά για ένα ουσιαστικό διάλογο πάνω σε αυτό το προγραμματικό πλαίσιο για να διαμορφωθεί μια πρόταση αποφασιστικής εκλογικής παρέμβασης και προοπτικής. Άμεσα θα παρθούν πρωτοβουλίες για να παρουσιαστούν συγκεκριμένες προγραμματικές επεξεργασίες και διαδικασίες διαλόγου.

 

6.3.       Σχέδιο για τις εκλογές του τοπικού κράτους

Στις περιφερειακές εκλογές του 2019, αποτυπώθηκε μέσω της ΑΡΠΑ ένα διακριτό κοινωνικό και πολιτικό ρεύμα της τάξης του 1,5 % με αντικαπιταλιστικό πολιτικό προσανατολισμό και αγωνιστική ριζοσπαστική στάση. Οριοθετήθηκε από την αστική πολιτική και τα ρεφορμιστικά ρεύματα ποικίλης μορφής και απλώνεται και γειώνεται συνεχώς.

Θεωρούμε ότι η αναμέτρηση των τοπικών εκλογών θα είναι μια ισχυρή δοκιμασία για τη πολιτική μας παρέμβαση, τη γείωση μας με την εργατική τάξη, τη νεολαία της αμφισβήτησης και τα πληττόμενα φτωχά λαϊκά στρώματα και την απήχηση των θέσεων μας. Για αυτό επιδιώκουμε να αποτυπωθεί στο εκλογικό αποτέλεσμα υποστήριξη και άνοδος της απήχησης του σχήματός μας. Να στηριχτεί από τον κόσμο του αγώνα αλλά και από ευρύτερα στρώματα που κοιτούν τα αντικαπιταλιστικά πλαίσια πάλης. Επιδιώκουμε να εκφράσουμε αριστερά και αντικαπιταλιστικά τη δυσαρέσκεια από την βάρβαρη πολιτική της κυβέρνησης και του σύγχρονου καπιταλισμού.

Οι τοπικές εκλογές θέλουμε να αξιοποιηθούν σαν μια διαδικασία ανασυγκρότησης του αντικαπιταλιστικού αντιδιαχειριστικού ρεύματος στην Θεσσαλία και ως μια συμβολή στην ανασυγκρότηση και ενίσχυση του αντικαπιταλιστικού ρεύματος γενικά στην ελληνική κοινωνία.

Δεν αντιμετωπίζουμε τις τοπικές εκλογές σαν ένα στιγμιότυπο που στόχος μας είναι μόνο να καταγράψουμε ένα καλό ποσοστό και να διατηρήσουμε ή να αυξήσουμε τους συμβούλους μας. Βάζουμε στόχο, μέσα από την εντονότερη πολιτική συζήτηση και διαπάλη της περιόδου και την μεγαλύτερη δραστηριοποίηση περισσότερων αγωνιστών για την εκλογική αναμέτρηση, την αναβάθμισή του σχήματος σε επεξεργασίες και περιεχόμενο και τη μαζικοποίηση του.

Επιδιώκουμε την πλατιά συσπείρωση στο ψηφοδέλτιό μας, αγωνιστών από το εργατικό κίνημα, το κίνημα της νεολαίας, τα τοπικά κινήματα, από επιτροπές αγώνα, λέσχες, λαϊκές συνελεύσεις. Απευθυνόμαστε για συμμετοχή στις κινήσεις σε οργανωμένες δυνάμεις που αντιλαμβάνονται και υιοθετούν την ανάγκη παρέμβασης από αντικαπιταλιστική σκοπιά και συμφωνούν με τους αναγκαίους άξονες της αντικαπιταλιστικής αντιδιαχειριστικής παρέμβασης στο μέτωπο του τοπικού κράτους.

Βάζουμε εκλογικό στόχο να εκλέξουμε περιφερειακό σύμβουλο, να σπάσουμε στην πράξη τον αντιδημοκρατικό νόμο Βορίδη, να μπούμε στο μάτι του συστήματος για άλλη μια φορά.

Όμως οφείλουμε να αναγνωρίσουμε ότι οι φετινές εκλογές έχουν και αυξημένες δυσκολίες λόγω της κρίσης και υποχώρησης του αντικαπιταλιστικού ρεύματος τα τελευταία χρόνια, της επίδρασης των περιόδων των lock down, της υποχώρησης του μαζικού κινήματος και των αγώνων. Ενισχυτικά στις δυσκολίες λειτουργεί και ο εκλογικός νόμος και η δυσκολία εκλογής συμβούλου, το οικονομικό κόστος, αλλά και οι θεσμικές αλλαγές που περιορίζουν το ρόλο των συμβουλίων. Αυτές οι δυσκολίες ενισχύουν έναν σκεπτικισμό σε αγωνιστές για την ανάγκη συμμετοχής στις εκλογές στις δεδομένες συνθήκες.

Όμως εμφανίζουν και δυνατότητες για το ρεύμα των αντικαπιταλιστικών κινήσεων πόλης και περιφέρειας. Καταρχάς γιατί οι εξελίξεις τροφοδοτούν μια βαθύτερη αντικαπιταλιστική, ανισυστημική τάση που δεν διαμορφώνεται με ενιαίο τρόπο, συγκροτεί όμως μια βάση ικανή για να δοκιμάσουμε την επίδραση με τη δική μας αντίληψη και το κέρδισμά της. Αυτό είναι πιο έντονο στη νεολαία. Δεύτερον γιατί το σύνολο των εξελίξεων των τελευταίων χρόνων στο τοπικό κράτος έχει επιβεβαιώσει την ανάλυσή μας για το ρόλο του, τη σχέση με το κεντρικό κράτος, το ρόλο της ΕΕ και το ανεδαφικό των αντιλήψεων για μια φιλολαϊκή διαχείριση σε αυτά τα πλαίσια. Τρίτον γιατί την περίοδο της πανδημίας και των lock down μπήκαμε μπροστά σε αγώνες, δεν αναστείλαμε την πολιτική μας δράση και βγήκαμε μπροστά κόντρα στις λογικές του «μένουμε σπίτι» και «θα λογαριαστούμε μετά» .

Κατανοούμε ότι οι δυσκολίες για συγκρότηση ψηφοδελτίου και συμμετοχή στις εκλογές θα είναι μεγάλες. Όμως λόγω της μεγάλης πολιτικής σημασίας των περιφερειακών εκλογών πρέπει να εξαντλήσουμε όλα τα περιθώρια για συμμετοχή.


Αριστερή Παρέμβαση στη Θεσσαλία – Ανταρσία για την Ανατροπή

Επικοινωνία

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *